- αεροδυναμικός
- -ή, -ό(για αεροπλάνα, αυτοκίνητα κ.ά.), αυτός που έχει σχήμα τέτοιο ώστε να μειώνεται η αντίσταση στον αέρα κατά την ανάπτυξη μεγάλων ταχυτήτων: Τα αυτοκίνητα που παίρνουν μέρος σε αγώνες ταχύτητας είναι αεροδυναμικά.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.